Πέμπτη 20 Νοεμβρίου 2014

Με είχαν περικυκλώσει 20 Σύροι πρόσφυγες - Διακριτικά ανέβασα το φερμουάρ...


"Θέλω μια καλύτερη ζωή"
"Το όνειρο μου είναι να δω ξανά τα παιδιά μου" 
"Θέλω να φύγω από την Ελλάδα. Τι να κάνω εδώ, χωρίς δουλειά και χωρίς λεφτά;"
Ομάρ, Ουαζι, Ασαν, Αριφατ, Ζουαν, Αχμαντ.
Λιγοστοί εκείνοι που μιλούσαν ελληνικά, όμως δεν άργησα να τους  ανακαλύψω. Ο κύκλος γύρω μου άρχισε να κλείνει. Πάνω από 20 άντρες με είχαν περικυκλώσει. Μιλούσαν μεταξύ τους, με κοίταζαν και δεν είχα ιδέα τι έλεγα για μένα.
- Μιλάει κανείς ελληνικά, φώναξα.
- Εγώ, λίγο.
- Τι λένε;
- Θέλουν να μάθουν πως σε λένε και τι δουλειά κάνεις.
- Έλενα.
Ο κύκλος γύρω μου όλο και μεγάλωνε. Όσο πιο διακριτικά μπορούσα ανέβασα το φερμουάρ, με τόσα βλέμματα πάνω μου ένιωσα περισσότερο γυναίκα...  Έβγαλα το κινητό για να ηχογραφήσω την συζήτηση, τους είπα πως είμαι... δημοσιογράφος και άρχισαν πάλι να μιλούν μεταξύ τους. 
- Τι λένε;
- Πως έχεις ωραία μάτια
- Λοιπόν, είπα αποφασιστικά, μερικές ερωτήσεις θα σας κάνω και μετά θα σας αφήσω να συνεχίσετε την διαμαρτυρία. 
Μια ολόκληρη μέρα στέκονται έξω από το κοινοβούλιο, για την ακρίβεια απέναντι από το Σύνταγμα. Σύροι πρόσφυγες που πραγματοποιούν διαμαρτυρία με αίτημα να τους δοθεί στέγη, φαγητό, δυνατότητα για δουλειά και άσυλο. Όλοι τους καλοντυμένοι και καθαροί. Φόρεσαν τα καλά τους για να καθίσουν οκλαδόν στον πιο πολύ-περπατημένο και βρώμικο πεζοδρόμιο της Αθήνας, ήσυχα και αθόρυβα, κρατώντας σαν μια γροθιά ένα τεράστιο πανό με συνθήματα στη γλώσσα τους και πιο δίπλα, στη δική μας γλώσσα, για να καταλάβουμε όλοι εμείς οι περίεργοι που περνούσαμε και τους τραβούσαμε με τα κινητά φωτογραφίες σαν να ήμασταν τουρίστες στην ίδια μας τη χώρα, τι θέλουν.

- Τι ζητάτε από την ελληνική Βουλή.  
- Να φύγουμε, να πάμε στην Ευρώπη. Δεν θέλουμε να μείνουμε άλλο εδώ, να φύγουμε σιγά - σιγά όλοι. 
- Εσύ που θες να πας;  
- Στη Γερμανία, από το αεροδρόμιο δέχονται μόνο 160 άτομα. 
- Υπάρχουν κάποιοι που θέλουν να μείνουν στην Ελλάδα; 
- Μπα… χωρίς δουλειά, λεφτά, φαγητό, τι να κάνουμε εδώ; 
- Η Ελλάδα ήταν η εύκολη λύση; 
- Ναι, είναι πολύ κοντά μας, Πήγαμε Τουρκία και μετά ήρθαμε στην Ελλάδα. 
- Γυναίκες υπάρχουν ανάμεσα σας; 
- Όχι, δεν έχουμε γυναίκες μαζί, έχουν μείνει στη Συρία με τα παιδιά. (Βγάζει το κινητό και μου δείχνει δυο αγοράκια 5 & 6 ετών περίπου. Η κακουχία φαινόταν στο βλέμμα τους και η απογοήτευση στα δικά του χείλη)
- Η Ελλάδα περνάει δύσκολες μέρες, δεν πεινάτε μόνο εσείς, πεινάμε και εμείς, του είπα.
- Εμείς όμως ζούμε πόλεμο και ήρθαμε εδώ για κάτι καλύτερο αλλά δεν το βρήκαμε. 
- Το ξέρω.  Και εμείς αυτό θέλουμε, κάτι καλύτερο κι ας μην είμαστε προσφυγές.
Δεν καταλαβαίνω, τι λες;
- Τίποτα. Πες μου. Μίλησε μου, που μένετε, πως ζείτε; 
- Όπου βρούμε. Σε διάφορα σπίτια, σε δωμάτια, τέσσερα - πέντε άτομα μαζί. 
- Ελπίζετε πως μια μέρα θα γυρίσετε στη πατρίδα σας; 
- Στη Συρία δεν υπάρχει μέλλον. Μόνο αν βγάλουμε λεφτά μπορούμε να γυρίσουμε πίσω. 
- Έχω ακούσει πως κάποιοι φτιάχνουν παράνομα χαρτιά και έτσι μπορείτε να φύγετε. 
- Ναι, οι περισσότεροι από εμάς έχουμε δώσει λεφτά ακόμα και 3.000 ευρώ αλλά δεν μας έδωσαν ποτέ τα χαρτιά, ήταν κλέφτες.
- Και εσύ θέλεις να φύγεις από την Ελλάδα; (Είπα τυχαία σε έναν παραδίπλα που έδειχνε πως καταλαβαίνει τι λέω.)
- Όχι, εγώ ήρθα να δω τους συμπατριώτες μου, εγώ δεν θέλω να φύγω από την Ελλάδα.
- Γιατί; 
- Γιατί εγώ.... (Χαμογελάει)
- Τι; Ερωτεύτηκες Ελληνίδα; 
- Ναι, μου έγνεψε διστακτικά. 

Ξαφνικά η συζήτηση διεκόπη. Μέσα στον μεγάλο κύκλο μπήκε ένας δικός του κρατώντας ένα μεγάλο τελάρο με κόκκινα μήλα. Πήραν όλοι από ένα. Έκανε την ίδια κίνηση προς το μέρος μου, πήρα και εγώ ένα μήλο και έβαλα το κινητό στη τσάντα.  Δεν είπαμε κάτι άλλο. Με κοιτούσαν, τους κοιτούσα, τρώγαμε μήλα και χαμογελούσαμε. 
Τότε ο ερωτευμένος έσκυψε στο αυτί και μου είπε:
- Είμαι γκέι.
«Πρόσεχε όταν τρως μήλο, μου έλεγε η μάνα μου, με το μήλο πνίγονται εύκολα...»
- Θα στα πω μετά, μου ψιθύρισε, και κάπως έτσι έφυγα.
Η συζήτηση με τον ερωτευμένο συνεχίστηκε και πραγματικά, δεν ήταν  μόνο πικάντικη, ήταν και μυθιστορηματική. Μου ζήτησε να μην γράψω κάπου δημόσια την ιστορία του και θα το σεβαστό με τον ίδιο τρόπο που σέβομαι και τις προσωπικές προτιμήσεις του καθενός. 
Κατηφορίζοντας σιωπηλή την Πανεπιστημίου κρατώντας ένα μισοφαγωμένο μήλο στο χέρι, είπα μέσα μου: "Εδώ η Ελληνική κυβέρνηση δεν κάνει τίποτα για εμάς θα κάνει για εσάς;" και ύστερα συνειδητοποίησα πως τόσο εκείνοι όσο και εμείς θέλουμε ακριβώς τα ίδια πράγματα δουλειά, λεφτά και.... πατρίδα.


Κυριακή 9 Νοεμβρίου 2014

Να χέσω τις υποσχέσεις σας και τις θυσίες μας

Η κληρονομία του λαδώματος έδειξε για άλλη μια φορά το βρωμερό της πρόσωπο, εξάλλου δεν παύει να το δείχνει όλο και πιο συχνά τα τελευταία χρόνια. Όλοι εκείνοι, που κατά καιρούς στρογγυλοκάθισαν στις δημόσιες καρέκλες, "έσπρωξαν" θέματα και έδωσαν λύσεις… σε καλούς πελάτες, όχι μόνο για να τους κρατούν «στο χέρι» αλλά και για να γεμίζουν τις μεγάλες τσέπες βρώμικο χρήμα εις βάρος μας, εχθές έπνιξαν την Αθήνα, προχθές βαρέθηκαν να καθαρίσουν τα φρεάτια και αν έχει απομείνει κανένα ρέμα ακάλυπτο αύριο θα βρουν τρόπο για να του δώσουν μια άδεια ανοικοδόμησης και μέχρι τότε τα ρέματα θα παραμένουν πνιγμένα στα σκουπίδια και τα μπάζα.
Συμπέρασμα: Η δημόσια διοίκηση είναι ανίκανη. Μια άχρηστη πολιτική αδύναμη να κάνει το παραμικρό σε μια πολιτεία που πολλοί θεωρούν κιόλας πολιτισμένη. Γιατί ο πολιτισμός δεν είναι μόνο οι τέχνες και οι επιστήμες, πολιτισμός είναι και η πολιτική.
Πολιτική. Ποια πολιτική; Ένας πανικόβλητος υπουργούς που παρακολουθεί τις καταστροφές μιας μεγάλης νεροποντής και μεταφέρει την εικόνα στον πρωθυπουργό; Ένας θλιβερός  πρωθυπουργός που ανακοινώνει από την τηλεόραση αποζημιώσεις; Και ποτέ κανένας δεν αναλαμβάνει την ευθύνη, ποτέ, κανένας δεν τιμωρείτε και κάπως έτσι… ποτέ  δεν αλλάζει τίποτα στη ζωή μας.
Μια μεγάλη νεροποντή ήταν, που απλώς μας θύμισε που ζούμε. Σε μια κοινωνία που μας πνίγει κυριολεκτικά και μεταφορικά, σε μια κοινωνία, που με μια μεγάλη καταιγίδα μας άφησε χωρίς σπίτι, ηλεκτρικό, αυτοκίνητο, τόπο εργασίας, ζωή. Η ίδια πολιτική καταιγίδα που πνίγει χρόνια τώρα τις ζωές μας στα χρέη, στα δάνεια και στις υποσχέσεις. Στην τελική; Να χέσω τις υποσχέσεις σας και να χέσω και τις δικές μας θυσίες.
Αύριο μπορεί να χιονίσει…

Σάββατο 18 Οκτωβρίου 2014

"Με συγχωρείτε κοιμάμαι στα παγκάκια δεν έχω σπίτι"

Ημέρα Πέμπτη, επόμενη στάση Σύνταγμα. Το βαγόνι γεμάτο κι όμως ήταν η μόνη φωνή στο πλήθος... "Με συγχωρείτε κοιμάμαι στα παγκάκια δεν έχω σπίτι". Η περιέργεια των ανθρώπων δεν έχει μάθει να ξεχωρίζει. Είναι πάντα ίδια, ξεδιάντροπη. Καρφώσαμε ομαδικά τα μάτια πάνω του, να δούμε ποιος ήταν εκείνος που δεν έχει σπίτι, που κοιμάται στα παγκάκια και που ζητάει τη συγχώρεση μας. Ελαφρά αξύριστος ασπρομάλλης, μιλούσε πεντακάθαρα ελληνικά, περίπου στα 70. Δεν φαινόταν ζητιάνος, όπως εκείνοι με τα σκισμένα ρούχα, τα βρώμικα χέρια και τα άλουστα μαλλιά. Δεν ήταν ναρκομανής, είχε όλες τις αισθήσεις. Ήταν σαν ένας από εμάς, "φυσιολογικός", που αν δεν έλεγε και ξανά λέγε την ίδια φράση, θα περνούσε κι αυτός απαρατήρητος, όπως ακριβώς κι εμείς.

"Με συγχωρείτε κοιμάμαι στα παγκάκια δεν έχω σπίτι".


Κάποιοι έβγαλαν και του έδωσαν μερικά ψιλά, κάποιοι κοιτάχτηκαν μεταξύ τους και κάποιοι μπορεί να ένιωσαν ντροπή.  Όμως όλοι έκαναν την ίδια σκέψη "μια μέρα μπορεί να είμαι στη θέση του"…Μια Ελλάδα με σύγχρονους ζητιάνους, ντυμένους με τα καθώς πρέπει ακόμα ρούχα της ντουλάπας και με τα καλογυαλισμένα παπούτσια.


Στάση Σύνταγμα.


Ανεβαίνεις καμιά εικοσαριά σκαλιά και βλέπεις μια πολύβουη παρέα να φωτογραφίζουν και να γελούν αμέριμνα. Τουρίστες θα είναι, σκέφτηκα. Δεν μπορούσα με τίποτα να πιστέψω, πως υπάρχουν σήμερα Έλληνες που μπορούν να σταθούν ατάραχοι μπροστά από τη Βουλή και να τραβούν τάχα αναμνηστικές φωτογραφίες.  Πλησίασα. Κι όμως ήταν Έλληνες, χαρούμενα παιδιά. Μαθητές της πρώτης δημοτικού που τα έφεραν εκδρομή από την επαρχία στην Αθήνα. Τι όμορφα, τι ξέγνοιαστα.  Ακόμα δεν ξέρουν πως είναι και αυτά υποψήφιοι ζητιάνοι.


Σάββατο 28 Ιουνίου 2014

Μήπως μας έχουν περάσει για γαϊδούρια;

Μήπως μας έχουν περάσει για γαϊδούρια;
Χρόνια είχα να δω γαϊδούρι. Έκανε βόλτα σε μια μικρή επαρχιακή πόλη, βοσκούσε αμέριμνο, μακριά από τα οικονομικά προβλήματα των ανθρώπων και φαινόταν πιο ευτυχισμένο από εμάς.
Αλήθεια, μήπως μας έχουν περάσει για γαϊδούρια;
Το ζώο φημίζεται για τη παροιμιώδη υπομονή του και η υπομονή η δική μας έχει αρχίσει να ξεπερνά και αυτή του ίδιου του ζωντανού. Είναι το ζώο για όλες τις δουλειές, κουβαλά αμέτρητα βάρη. Μα και τα βάρη που μας φόρτωσαν στη πλάτη δεν είναι λίγα. Και πώς θα τα αντέξουμε;  Θέλει, δύναμη και μας την έχουν εξαντλήσει.  
Είμαστε καταχρεωμένοι, έχει παγώσει η αγορά, τα σημάδια διάλυσης δε κρύβονται με τίποτα και είναι θέμα χρόνου να «πέσει» και το τελευταίο περιτύλιγμα με τη καλογυαλισμένη κορδέλα που μας είχαν δεμένους χρόνια. Οι άνεργοι πολλαπλασιάζονται, πολλοί νέοι εγκαταλείπουν τη χώρα και καμία αντίδραση δύναμης δε σε κάνει να πιστεύεις πως, δεν είσαι μόνος σ’ αυτό το τόπο. Και ανεβαίνουμε την ανηφόρα πιο φορτωμένοι από ποτέ, και όλο μας προσθέτουν το βαρύ φορτίο.
Αλήθεια, μήπως μας έχουν περάσει για γαϊδούρια;
Και ενώ περιμένεις πως κάποιος, από τους πολλούς, θα τιμωρηθεί παραδειγματικά, έστω για τα μάτια του κόσμου, διαπιστώνεις μια συνωμοτική υπεράσπιση που σε βγάζει εκτός εαυτού.  Μια περίεργη σιωπή πλανάται πάνω από την Ελλάδα. Ένα μυστήριο, που πολλές φορές σε κάνει να σκέφτεσαι μήπως ετοιμάζουν κάποιο σχέδιο για την ομαδική τους απόδραση λίγο πριν από την ισχυρή κοινωνική έκρηξη, που έρχεται.
Ναι, αλήθεια, μπορεί να τους δώσαμε το δικαίωμα να μας περνούν για γαϊδούρια, στη καθαρεύουσα όνους. Μπορεί να μη μας ακούνε ή να κάνουν πως δεν ακούν που γκαρίζουμε...
Αλλά, αν πράγματι για όλους αυτούς είμαστε γαϊδούρια με απεριόριστη υπομονή θα ήταν χρήσιμο να θυμούνται, πως όταν το γαϊδούρι συνήθισε να μη τρώει ψόφησε, ξαφνικά.
Αυτό το ξαφνικά… είναι πάντα απρόβλεπτο και δεν υπολογίζεται. 

Πέμπτη 29 Μαΐου 2014

Χαιρετίσματα στην εξουσία

Νεοέλληνα, Ελεύθερε και Πολιορκημένε… τελείωσε και αυτό το ιερό δικαίωμα της εκλογής.  Και η άλλη μέρα που μας είπαν πως μας περιμένει, πότε λες να έρθει;  Και η νέα σελίδα, πότε πιστεύεις θα γυρίσει; Και η δήθεν κάθαρση; Δυνατή λέξη για να σε παραπλανήσουν.
Τις σιχάθηκα αυτές τις εκλογές, χειρότερες από κάθε άλλη χρονιά. Βρώμαγαν φτώχεια ιδεών και ξευτίλα προσωπικοτήτων.
Η είσοδος της πολυκατοικίας μου κάθε πρωί  ήταν γεμάτη φάτσες που μου προκαλούσαν λύπη και απέχθεια. Κοίταζα περίεργη το κόμμα που τους είχε προσλάβει… μετά τους πάταγα πέντε - έξι φορές και στη συνέχεια τους πέταγα έξω από την πόρτα μου.
Γιατί μετά από όλα όσα έχουμε ζήσει προσέβαλαν τη νοημοσύνη μου τα φεϊγβολάν, η προπαγάνδα, τα μικρά στις πλατείες κιόσκια με όλους εκείνους τους θλιβερούς κυρίους και κυρίες που ενώ τους έχουν πετσοκόψει μισθούς και συντάξεις εκείνοι ξεροστάλιαζαν  για τους ίδιους ανθρώπους.
Προσέβαλαν  τη νοημοσύνη μου τα προπαγανδιστικά δελτία, οι κατευθυνόμενες εκπομπές και οι πληρωμένες ηλεκτρονικές εφημερίδες.
Με προσέβαλαν όλοι εκείνοι που ήθελαν να αλλάξουν ονόματα σε παρατάξεις για να κάνουν κλικ… στον εγκέφαλό μου, πως τάχα είναι διαφορετικοί. «Ελιά» και «Νέα Ελλάδα», δεν είστε διαφορετικοί, είστε ακριβώς οι ίδιοι. Όλες αυτές οι φάτσες που βαρέθηκα να βλέπω καθημερινά να κάνουν βόλτα στα κανάλια πετώντας ατάκες και εξυπνάδες, τονίζοντας διαρκώς τον υπέρμετρο εγωισμό σας.
Είναι περιττό να αναφερθώ σε όσους πάτωσαν στις εκλογές, χάρηκα. Για κάποιους άλλους δεν είχα ποτέ άποψη, γιατί ούτε και αυτοί είχαν για τους ίδιους.
Όσο για την αριστερά,  πολλές φορές προσπάθησα να στρίψω την σκέψη μου προς την πλευρά της, όμως συναντούσα διαρκώς κάποια αντίσταση... Με τη Χρυσή Αυγή διαφωνώ παντελώς.
Και τι έμεινε να ψηφίσω; Τίποτα. Δεν είχα τίποτα να ψηφίσω.
Αφήνω λοιπόν κάποιους ακόμα να μετράνε ψήφους. Να πανηγυρίζουν, να κλαίνε από χαρά, να διαλύονται, να σκάβουν το τούνελ διαφυγής τους…
Τέσσερα χρόνια μνημόνιο και καμία Δικαιοσύνη δεν έχει λειτουργήσει ακόμα για τους υπαίτιους καταπατητές της αξιοπρέπειάς μας.
Τέσσερα χρόνια υπομονής και εμείς όχι μόνο δεν  τους έχουμε στείλει φυλακή αλλά δεν τους στείλαμε ούτε καν στα σπίτια τους.
Συνεχίστε τώρα τις αναλύσεις σας και τα χαιρετίσματά μου στην εξουσία σας.

Δυστυχώς καταστραφήκαμε

Αλήθεια, πόση δουλειά χρειάστηκε να κάνουν κάποιοι για να καταφέρουμε εμείς να ξεχνάμε: ότι δεν είναι πρωτοσέλιδο, ότι δεν είναι μέρος των ειδήσεων, ότι δεν είναι απόσπασμα από ένα τηλεοπτικό πολιτικό ή μη τραπέζι;

Τα χάρτινα σκηνικά που στήσαμε σ’ αυτή τη χώρα, μπροστά και πίσω από μικρόφωνα και  κάμερες, μας οδήγησαν σε λάθος επιλογές, σε καταστάσεις λήθης, σε μια απέραντη και χρόνια απραξία, που σήμερα έχει μετατραπεί σε μελαγχολία και κατάθλιψη.

Δεν τα βάζω με τα ΜΜΕ, απλώς διαπιστώνω πως ο πρώτος ρόλος που πήραν, ή πιο σωστά ο πρώτος ρόλος που τους δώσαμε, ήταν καθοριστικός, γι’ αυτό που λέμε σήμερα: κοινωνική ύπνωση ή κατάσταση του καναπέ. Δεν ήμασταν, ούτε είμαστε ελεύθεροι στις επιλογές μας. Και αν κάποιοι προσπαθούν, σπάνε τα μούτρα τους. Πώς να αλλάξει λοιπόν κάποιος το σήμερα όταν το χθες του κοιμάται;

Και όταν ακούω για εκείνες τις επαναστάσεις, για εκείνες τις μεγάλες εξεγέρσεις, τις μεγάλες καθόδους, όχι, δεν με πιάνουν τα γέλια, μου έρχεται να κλάψω ακόμα πιο δυνατά, που ακόμα πιστεύουμε πως κάτι μπορεί να αλλάξει σε αυτό τον τόπο - τόσο σύντομα τουλάχιστον.

Εξάλλου με τις σοσιαλδημοκρατικές πολιτικές, η Ελλάδα έδωσε ότι ήταν καλύτερο μπορούσε να δώσει. Δεν έχει τίποτε άλλο. Δεν υπάρχουν  πια ιδέες. Δεν υπάρχουν στόχοι. Αλλά ακόμα ιδέες να υπάρχουν, κανείς δεν μπορεί να τις κάνει πράξη αφού δεν θέλει να συγκρουστεί με το κατεστημένο.  Όσο για την ανάπτυξη; Πολιτική οφθαλμαπάτη…

Μάλλον θα είναι η πρώτη φορά στην ιστορία, λαός να θέλει να επαναστατήσει και να μην μπορεί. Θα είναι η πρώτη φορά στην ιστορία που ακόμα και να γίνει επανάσταση δεν θα πετύχει, γιατί δεν υπάρχει κανένας κρατικός  μηχανισμός που να μπορέσει να ιεραρχήσει τα προβλήματα ή να μπορέσει να συγκρουστεί με τα κατεστημένα.  Στην χώρα δεν υπήρξε ποτέ η αναγνώριση και η ιεράρχηση των πραγμάτων.

 Έρχονται εκλογές και δυστυχώς, δεν υπάρχει κανένας, μα κανένας χώρος που να εκφράζει κάτι τέτοιο: ιεράρχηση των προβλημάτων και σύγκρουση με το κατεστημένο. Γι’ αυτό το λόγο και δεν σχεδιάζεται τίποτα.  Γι’ αυτό και καμία εξουσία δεν μπορεί να συγκροτήσει την χώρα.

Η Ελλάδα αδυνατεί να αντιμετωπίσει την κατάσταση, αλλά ποιος να τολμήσει να το παραδεχτεί… Το Σύνταγμα μας έχει γίνει ένα κουρελόχαρτο από την στιγμή που δεν έχουμε Πρόνοια - Οικονομία - Παιδεία, κάποιοι θα έλεγαν και Δικαιοσύνη.

Στην χώρα, δεν υπήρξε ποτέ καμία πολιτική κουλτούρα, μάλλον γιατί τελικά ήμασταν πάντα υπανάπτυκτοι. Δεν υπήρξε ποτέ τίποτα καινούργιο. Ζούσαμε και ζούμε με το παρελθόν. Το μόνο που επικράτησε ήταν αυθαιρεσία και το πολιτικό κατεστημένο. Το χρήμα το χρησιμοποιήσαμε μόνο για ιδιωτική κατανάλωση, για να πάρουμε ένα αυτοκίνητο, ένα σπίτι, και να… περνάμε καλά. Τίποτα δεν αναπτύχθηκε ποτέ.

Αλήθεια γιατί δεν τολμά να βγει κάποιος και να μας το πει ξεκάθαρα:  «Η χώρα είναι κατεστραμμένη»;

Δεν υπάρχει καμία ιδιωτική πρωτοβουλία, δεν υπάρχει καμία συναλλαγή εδώ και τόσα χρόνια. Το 30% είναι η επίσημη ανεργία και το ποσοστό αυξάνει. Το 60% φεύγει για το εξωτερικό. Θεσμοί κλείνουν και συρρικνώνονται. Δεν υπάρχουν ξένα κεφάλαια. Και αναρωτιόμαστε ακόμα αν έχουμε καταστραφεί; Σύντομα θα χρειαζόμαστε την ίδια βοήθεια που δίνεται στην Αφρική.

Και επειδή οι ασυνάρτητοι πολικοί λόγοι μας έχουν κουράσει και τα πρόσωπα που βλέπουμε τις τελευταίες ημέρες, μόνο για «σοβαρή πολιτική» δεν μας εμπνέουν, ας επιλέξουμε τουλάχιστον ότι θεωρούμε καλύτερο, αν υπάρχει…

Παρασκευή 4 Απριλίου 2014

Οι κρίκοι

Σίγουρα είναι σπάνιο ο ένοχος να παραδεχτεί την ενοχή του. Κανένας δεν το λέει  δυνατά. Οι πιο ευσυνείδητοι  το δείχνουν με την έκφραση στο πρόσωπό τους, σε άλλους η συμπεριφορά τους το προδίδει. Είναι σα να αναβοσβήνει πάνω από το κεφάλι τους, όχι φωτοστέφανο αλλά, μια φωτεινή ταμπέλα που γράφει «Εγώ φταίω, εγώ φταίω».

Μα κανενός η συμπεριφορά δεν είναι ενοχική. Tο βλέμμα τους δείχνει εκ πρώτης καθαρό και το θράσος τους σε κάνει να πιστεύεις πως αυτός είναι η εξαίρεση, όταν τον ακούς μάλιστα να λέει: «Μα σας παρακαλώ, μην ισοπεδώνουμε τα πάντα. Δεν είναι όλοι ίδιοι, υπάρχουν και εξαιρέσεις».

Δε ξέρω πια αν υπάρχουν εξαιρέσεις….

Τι ήταν αυτό που μας ξεγελούσε τόσα χρόνια; Η ψεύτικη πολιτική αθωότητα…; Τα ψίχουλα που μας έδιναν και μας έκαναν να πιστεύουμε πως είναι καρβέλια; Η καρέκλα που μας έβαζαν να καθίσουμε, χωρίς βέβαια να μας πουν πως μια μέρα θα την τραβήξουν κάτω από τα πόδια μας; Δεν ήθελαν και πολύ για να μας κάνουν συνένοχους της διαφθοράς…

Η ιστορία των λαών έχει αφετηρία τη πολιτική της υπόσταση. Η καλογυαλισμένη αλυσίδα ξεκίνησε μέσα από το κτήριο του Συντάγματος. Απέκτησε κρίκους σε όλες τις κοινωνικές τάξεις και όποιος δε έπαιρνε μέρος σ’ αυτή πάλευε σαν ξένος Έλληνας.

Η τηλεόραση δεν έχασε ευκαιρία, χαμήλωσε το επίπεδο τραγικά. Ο πολιτισμός  παραγκωνίστηκε και οι  ξενόφερτοι λαοί πλήθυναν χωρίς  καν να το καταλάβουμε.

Η αλυσίδα όλο και μεγάλωνε μα ταυτόχρονα σκούριαζε. Και κατέφθασαν κάποιοι «Μεγάλοι και Καλοί» που λέγονται τροϊκανοί για να μας σπάσουν τους κρίκους. Αλήθεια, αυτό είναι τελικά που μας πειράζει;

Τρομάρα μας…

Σάββατο 8 Μαρτίου 2014

Θέλω να φτιάξω και εγώ μια ΜΚΟ

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, ο αριθμός τους στην Ελλάδα είναι τουλάχιστον 1.500. Οι σκοποί και η δράση τους «νεφελώδης». Φυσικά πίσω από αυτές δεν θα μπορούσαν να μην είναι και Έλληνες πολιτικοί, μια και έχει διαπιστωθεί πως, όπου βρώμα  - λαμογιά κάποιο πολιτικό ζώoν έχει σκαμμένο το λάκο του. Και αυτός ο λάκος όλο και ανοίγει και όσο πιο βαθιά σκάβεις τόσο πιο βρώμα σου έρχεται, μέχρι που διαπιστώνεις πως δεν έχει τελειωμό ο πολιτικός βόθρος της χώρας.

Ξανά λέω λοιπόν, θέλω να φτιάξω και εγώ μια ΜΚΟ .

Δεν θα δηλώσω πως θα κατασκευάσω σχολεία στην Αιθιοπία… χωρίς πάτωμα. Δεν θα πω ψέματα για δράσεις τύπου: ιατρικά εργαστήρια σε υπανάπτυχτες χώρες, πατώντας στο πόνο λαών που κάποιοι εσκεμμένα αφήνουν να υποφέρουν, δεν θα ζητήσω εκατομμύρια για να φτιάξω υποδομές στο πανεπιστήμιο της Μολδαβίας, ούτε θα αναδιαρθρώσω το ραδιόφωνο της Κούβας και φυσικά δεν έχω κανένα σκοπό να αναδασώσω τον Αμαζόνιο.
Σημεία και τέρατα στη χώρα…  απίθανα ποσά για  οργανώσεις με κάθε πιθανό και απίθανο σκοπό. Η μεγαλύτερη; «Διεθνές Κέντρο Αποναρκοθέτησης», δημιουργήθηκε για να απομακρύνει νάρκες από τη Βοσνία, τον Λίβανο και το Ιράκ. Δεν είναι αστεία η αιτία; «Έφαγε» εννέα εκατ. ευρώ από το Ελληνικό Δημόσιο, από τον κρατικό προϋπολογισμό και από τους κοινοτικούς πόρους, για να απομακρύνει νάρκες…
Δεν είναι όμως μόνο τα πολιτικά λαμόγια μπλεγμένα στις ΜΚΟ, είναι και απλοί παράνομοι ελληναράδες. Εκατομμύρια αέρα – πατέρα για ΜΚΟ για την Ψυχική Υγεία, για να δώσουν δουλειά σε άνεργους, για φιλοζωικές οργανώσεις, για αδελφότητες, για αιμοδοσίες, για κάθε λογής… να μην το πω. Και φυσικά όλα με τη σφραγίδα τους Κράτους.

Θέλω να φτιάξω και εγώ μια ΜΚΟ
Θα την ονομάσω Κ.Ε.Π. (Κλέφτες Έλληνες Πολιτικοί), δεν θα ζητήσω την οικονομική βοήθεια από κανένα υπουργείο, από κανένα φορέα, και από κανένα ΥΠΕΞ.  Η δική μου ΜΚΟ θα έχει στην βιτρίνα της, όλους τους διεφθαρμένους μέχρι το μεδούλι Έλληνες πολιτικούς. Μπορεί να γίνει μέλος κάθε Έλληνας πολίτης.

Η δράση και ο σκοπός της θα είναι ένας:
Να εξαφανίσει κάθε πολιτικό χιμπατζή και να διασώσει την όποια απομένουσα ελληνική αξιοπρέπεια, αφιλοκερδώς…

Λες να αρχίζω να τρελαίνομαι;

Βουλιάζουμε στον ρυθμό της Πάολα

Καιρό έχω να γράψω. Είναι πολλά και στενάχωρα όσα συμβαίνουν γύρω, που ενώ χρειάζονται τις απαιτούμενες εξηγήσεις παραμένουν αναπάντητα, βάζοντας ταυτόχρονα καθημερινά, την αξιοπρέπεια μας να αιωρείται σε τεντωμένο σκοινί, που από την μία το κρατούν 300 και από την άλλη πολλοί περισσότεροι. Και οι μεν και οι δε εκμεταλλευτές της αδιαμαρτύρητης σιωπής μας. Αυτό που τρομάζει περισσότερο, είναι ότι συνηθίσαμε και την σιωπή.
Κι αν αναρωτιέται κανείς γιατί τέτοια σιωπή : μάλλον γιατί η χώρα είναι απόλυτα μπερδεμένη. Θα μου πείτε και πότε δεν ήταν; Δεν είναι όμως μόνο μπερδεμένη, είναι και ταλαίπωρη. Ταλαίπωρη από όλους εκείνους που προσπάθησαν να διαμορφώσουν το νέο της κράτος. Από όλους εκείνους που της ζήταγαν ψήφο με αντάλλαγμα το χρήμα και μετά όταν δεν «υπήρχαν άλλα λεφτά», την πούλησαν.
Μπορεί να φταίει και ο τρόπος που μεγαλώσαμε. Έχει δίκιο ο ψυχίατρος Μ. Γιωσαφάτ που γράφει: αν η μητέρα δεν χειριστεί σωστά την κατάσταση και είναι, είτε πολύ αυστηρή είτε πολύ χαλαρή, τότε το παιδί –ανάλογα με τα γονίδιά του– μπορεί να γίνει η υποτακτικό ή αντιδραστικό. Αργότερα η μητέρα γίνεται η κοινωνία και οι αντιδραστικοί εναντιώνονται σε αυτή.
Εμείς τι γίναμε;
Μάλλον υποτακτικοί, υποτακτικοί και ανώριμοι γι’ αυτό και εκλέξαμε ανώριμους ηγέτες. Ηγέτες που έκαναν και εξακολουθούν να κάνουν κινήσεις παραλογισμού. Όσο για τους Ευρωπαίους; Λέγαμε: «ευκαιρία, να βάλουν σε τάξη το άναρχο κράτος μας», μόνο που ούτε και αυτό δεν βλέπουμε να έγινε πράξη.
Δεν μας άλλαξε καθόλου η κρίση. Συνεχίζουμε να γκρινιάζουμε και αυτοί συνεχίζουν να παίζουν πίσω από την πλάτη μας πολιτικά και οικονομικά παιχνίδια χαϊδεύοντας ξένα και ντόπια συμφέροντα. Αδιαφορούμε και γινόμαστε έρμαια των εξελίξεων, παραμένουμε ασυντόνιστοι, εξακολουθούμε να κοιτάμε ελληνική τηλεόραση, είμαστε φοβισμένοι και δειλοί, πιστεύουμε πως αυτό που ζούμε είναι δημοκρατία. Δεν ξέρουμε τι σημαίνει πολιτισμός, πιστεύουμε πως δεν υπάρχει τίποτα πιο κάτω, περιμένουμε ένα θαύμα να σωθούμε και εξακολουθούμε να χορεύουμε στο ρυθμό της Πάολα και του Παντελίδη.
Η υποταγή από την αντίδραση απέχει πολύ, μπορεί όμως να απέχει και ελάχιστα…